Και μπορεί λόγω της πανδημίας του κορονοϊού όλος πληθυσμός να βρίσκεται σε καραντίνα σε μια προσπάθεια ύφεσης των κρουσμάτων και εξαφάνισης του ιού, ωστόσο αυτό οδηγεί και σε έντονη έξαρση των φαινομένων ενδοοικογενειακής βίας σε αυτή την χρονική στιγμή όπου παρατηρείται μια γενικότερη κοινωνική, οικονομική και εργασιακή θα λέγαμε ύφεση.

Τι είναι όμως η ενδοοικογενειακή βία; Ποιες είναι οι μορφές της; Ποιοι οι παράγοντες αύξησης της ειδικά αυτή την περίοδο περισσότερο από άλλοτε;

Με τον όρο ενδοοικογενειακή βία νοείται οποιαδήποτε μορφή σωματικής και ψυχικής βλάβης και πόνου, που μπορεί να επιφέρει ψυχικές και σωματικές διαταραχές στο θύμα. Παλαιότερα ο όρος ενδοοικογενειακή βία αφορούσε κυρίως το κομμάτι της άσκησης σωματικής βίας.  Όμως σήμερα όταν αναφερόμαστε σε αυτή την έννοια και σε τέτοια περιστατικά, συμπεριλαμβάνεται όλο το φάσμα των «τύπων» της έμφυλης βίας και της βία προς τα παιδιά.

Στο φάσμα αυτό δεν περιλαμβάνονται μόνο οι σωματικές βλάβες και κακώσεις, αλλά και η λεκτική βία, η προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας, την πρόκληση ψυχικού πόνου ή αλλιώς όπως συνηθίζεται να λέγεται η συναισθηματική βία (συναισθηματικός εκβιασμός).

Ο νόμος για την ενδοοικογενειακή βία έχει τροποποιηθεί και διευρυνθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 3500/2006, ο οποίος καλύπτει ένα ευρύτερο φάσμα ως προς τους αποδέκτες των μορφών βίας.  Η αλλαγή αυτή φαίνεται στο γεγονός ότι πλέον δεν προστατεύονται τα μέλη της «παραδοσιακής οικογένειας» (δλδ οι σύζυγοι και τα παιδιά), αλλά προστατεύεται και η βία μέσα στην σχέση και την συντροφικότητα.  Αυτό γίνεται για να έχει αποδέκτες όσο το δυνατόν περισσότερα θύματα, καθώς οι σύντροφοι δεν θεωρούνταν οικογένεια ελλείψει νόμιμης-νομικής υπόστασης.

Για ποιο λόγο όμως σε τέτοιες περιόδους απομόνωσης τα κρούσματα ενδοοικογενειακής βίας (αναφερόμαστε στο γενικότερο πλαίσιο της έμφυλης βίας και της βίας προς τα παιδιά) ;

Η αλήθεια είναι ότι τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν με ή χωρίς καραντίνα λόγω κορονοϊού. Ωστόσο αξίζει να αναφερθεί ότι διεθνώς σε περιόδους που η «οικογένεια» περνά περισσότερες ώρες μαζί, αυτό λειτουργεί «ευεργετικά» για τον θύτη που ξεσπά στο θύμα που είναι συνήθως η σύζυγος και τα παιδιά.  Μέχρι πρότινος τέτοιες περίοδοι ήταν η περίοδος των Χριστουγέννων, του Πάσχα, των καλοκαιρινών διακοπών. Αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι μόνο τότε υπάρχει έξαρση περιστατικών.

Ειδικά τώρα που η καθολική απαγόρευση της κυκλοφορίας έχει καθηλώσει όλους τους πολίτες στα σπίτια τους για προστασία από την εξάπλωση του COVID-19, αυτό οδηγεί σταδιακά και στην αύξηση των κρουσμάτων βίας. Επιβαρυντικός παράγοντας σε αυτή την περίπτωση θεωρείται η προσωρινή παύση της κοινωνικής και εργασιακής ζωής που έχουν τα άτομα και που λόγω των συνθηκών οδηγούν σε κοινωνική απομόνωση. Οι άνθρωποι καλούνται να αλλάξουν τον τρόπο που ενεργούσαν, τον τρόπο που ζούσαν θα μπορούσαμε να πούμε και να ανταποκριθούν σε νέες καταστάσεις και δεδομένα. Αυτό από μόνο του αποτελεί ένα έντονα στρεσογόνο παράγοντα και ιδιαίτερα επιβαρυντικό όπως ήδη αναφέρθηκε.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Κύπρος όπου σύμφωνα με στοιχεία του Συνδέσμου για την Πρόληψη και Αντιμετώπισης της Βίας στην Οικογένεια, (ΣΠΑΒΟ) οι κλήσεις για καταγγελία και βοήθεια περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας έχουν αυξηθεί κατά 30% από την μέρα ανακοίνωσης του πρώτου κρούσματος εκεί.

Όμως πρέπει να γίνει ξεκάθαρο ότι οι λόγοι ύπαρξης κρουσμάτων ενδοοικογενειακής βίας δεν σχετίζονται αποκλειστικά και μόνο με την παρούσα κατάσταση, αλλά αποτελούν ένα πολυπαραγοντικό σύμπλεγμα αιτιών που οδηγεί τον θύτη στο να ασκήσει βία και σχετίζεται με την διαμόρφωση του χαρακτήρα του, τον τρόπο ζωής του, τα ερεθίσματα που έχει αποκτήσει από το οικογενειακό- κοινωνικό περιβάλλον και άλλα πολλά.

Οι λόγοι όπου τα θύματα παραμένουν σε μια κακοποιητική σχέση είναι πολλοί. Σχετίζονται με την εξάρτηση οικονομική και συναισθηματική, τον κοινωνικό στιγματισμό που επέρχεται έπειτα από την αποκάλυψη της κακοποίησης, το μη υποστηρικτικό περιβάλλον πολλές φορές από την πλευρά του θύματος, ακόμα και τις στερεοτυπικές εκφράσεις που τονώνουν την θέση του ανδρικού φύλου και υποτιμούν την γυναικεία υπόσταση και αξιοπρέπεια.

Μπορεί οι καιροί να είναι δύσκολοι λόγω της γενικότερης κατάστασης, αλλά δεν θα πρέπει να ξεχνάμε την ανθρώπινη υπόσταση και αξιοπρέπεια. Ακόμα και σε κρίσιμες καταστάσεις η βία δεν είναι και ούτε πρέπει να είναι αποδεκτή.

Υπάρχουν οργανισμοί που μπορούν να ανταποκριθούν άμεσα σε κάθε έκκληση για βοήθεια όπως είναι η γραμμή 15900, το «Χαμόγελο του Παιδιού» γραμμή 1056, ακόμα και να καλέσουν στην αστυνομία στον αριθμό 100 καθώς πλέον η ενδοοικογενειακή βία διώκεται ποινικά και η διαδικασία κινείται αυτεπάγγελτα έπειτα από την καταγγελία.

Είναι στο χέρι όλων μας να συμβάλλουμε όσο γίνεται περισσότερο στην εξάλειψη αυτού του φαινομένου.

Ήρα Μελ. Λέλη,  BSc Κοινωνική Λειτουργός, MSc Διοίκηση Μονάδων Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας